Η χορτοφάγος – Κριτική βιβλίου
Το βιβλίο Η Χορτοφάγος είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα της Χαν Κανγκ, το οποίο ακολουθεί την ιστορία της ΓιόνγκΧιε, μιας γυναίκας που, μετά από ένα παράξενο όνειρο, αποφασίζει να σταματήσει να τρώει κρέας. Η απόφασή της πυροδοτεί μια αλυσιδωτή αντίδραση στις ζωές των ανθρώπων γύρω της.

Συγγραφέας: Χαν Κανγκ
Εκδοτικός: Καστανιώτης
Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΜΑΤΙΑ
Ένα σκληρό, αλλά βαθιά αληθινό βιβλίο. Από τα πιο πρωτότυπα που έχω διαβάσει, με μια ιδιαίτερη δομή και μια πολύ καλή αφηγηματική προσέγγιση. Η ιστορία χωρίζεται σε τρία μέρη, όπου κάθε τμήμα ξεδιπλώνεται μέσα από την οπτική ενός διαφορετικού χαρακτήρα: του συζύγου της, του γαμπρού της και της αδελφής της. Καθώς η ΓιόνγκΧιε αποξενώνεται όλο και περισσότερο από την κοινωνία, η ψυχική της κατάσταση επιδεινώνεται, λόγω και της κοινωνικής πίεσης που δέχεται.
Αυτή η τεχνική αφηγηματικής εναλλαγής βοηθά στη βαθύτερη κατανόηση της πρωταγωνίστριας, η οποία, κατά ειρωνικό τρόπο, δεν αποκτά ποτέ τη δική της φωνή μέσα στο κείμενο.
Στο πρώτο μέρος, η ιστορία ξεκινά από την οπτική του συζύγου τής ΓιόνγκΧιε, η οποία είναι φαινομενικά μια συνηθισμένη γυναίκα μέχρι που μια μέρα, ύστερα από ένα όνειρο, αποφασίζει να γίνει χορτοφάγος. Η απόφασή της δεν είναι αφορά απλώς τις διατροφικές της συνήθειες, αλλά είναι μια πράξη εξέγερσης απέναντι σε ένα καταπιεστικό περιβάλλον. Ο σύζυγός της δεν μπορεί να κατανοήσει αυτή την ξαφνική αλλαγή και, αντί να την υποστηρίξει, βλέπει τη συμπεριφορά της ως μια ενόχληση που διαταράσσει τη ρουτίνα του. Το γεγονός ότι επιλέγουμε να δούμε πρώτα την ιστορία μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου που δεν τη συμπαθεί ιδιαίτερα, κάνει τη θέση της ΓιόνγκΧιε ακόμη πιο δυσχερή. Η απόφασή της δεν γίνεται αποδεκτή ούτε από την οικογένειά της, με αποκορύφωμα την απόπειρα του πατέρα της να τη “συνετίσει” με τη βία, αναγκάζοντάς την να φάει κρέας.
Το δεύτερο μέρος αλλάζει την οπτική γωνία, καθώς η αφήγηση μετατοπίζεται στον γαμπρό της ΓιόνγκΧιε. Μέσα από τη δική του ματιά, η ΓιόνγκΧιε αποκτά μια άλλη διάσταση, αυτή της εύθραυστης, σχεδόν αιθέριας ύπαρξης. Η παρουσία της και η σιωπή της τον γοητεύουν και τον οδηγούν σε μια φαντασίωση που φτάνει στα όρια της εμμονής. Το ενδιαφέρον είναι ότι εκείνος δεν την αντιλαμβάνεται ως άτομο με δικές της ανάγκες και επιθυμίες, αλλά ως ένα αντικείμενο πάνω στο οποίο προβάλλει τις δικές του φαντασιώσεις. Αυτή η αντικειμενοποίηση της γυναικείας ύπαρξης είναι ένας από τους πολλούς τρόπους με τους οποίους το βιβλίο σχολιάζει την πατριαρχική κοινωνία.
Το τρίτο μέρος της ιστορίας δίνεται μέσα από την αδελφή της ΓιόνγκΧιε, μια γυναίκα που, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους χαρακτήρες, την αγαπάει πραγματικά, αλλά ακόμα κι εκείνη δυσκολεύεται να την καταλάβει. Εδώ το βιβλίο αποκτά μια ακόμη πιο τραγική διάσταση, καθώς η ΓιόνγκΧιε έχει πλέον απομακρυνθεί από την πραγματικότητα και έχει οδηγηθεί στα άκρα. Η αδελφή της είναι ο μόνος άνθρωπος που τη βλέπει ως άτομο με συναισθήματα και ανάγκες, αλλά και πάλι αδυνατεί να τη “σώσει”. Η τραγωδία της ΓιόνγκΧιε δεν είναι μόνο η ψυχική της κατάρρευση, αλλά και το γεγονός ότι κανείς δεν της επέτρεψε ποτέ να εκφράσει τη δική της αλήθεια.
Το στοιχείο που κάνει το βιβλίο τόσο δυνατό είναι η επιλογή της συγγραφέως να μην δώσει ποτέ άμεσα φωνή στην ίδια την πρωταγωνίστρια. Μαθαίνουμε για εκείνη μόνο μέσα από τα μάτια των άλλων: του συζύγου, του γαμπρού, της αδελφής της. Η σιωπή της ΓιόνγκΧιε είναι εκκωφαντική και αναδεικνύει τη θέση της γυναίκας σε μια κοινωνία που την καθορίζει χωρίς να τη ρωτά.
Τα θέματα που θίγει το βιβλίο είναι πολλά και ιδιαίτερα επίκαιρα. Η αυτοδιάθεση των γυναικών, η πατριαρχία, το στίγμα των ψυχικών ασθενειών, η κοινωνική απομόνωση, η θέση της γυναίκας σε μια συντηρητική κοινωνία. Μέσα από μια φαινομενικά απλή ιστορία, η Χαν Κανγκ καταφέρνει να αναδείξει το πώς η κοινωνία αντιμετωπίζει τη διαφορετικότητα και το πώς οι άνθρωποι που δεν συμμορφώνονται με τις προσδοκίες της συχνά συνθλίβονται.
Η γραφή της είναι πολύ δυνατή και γεμάτη συμβολισμούς. Η χρήση των διαφορετικών αφηγητών και της εναλλαγής μεταξύ πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφήγησης δίνει μια ενδιαφέρουσα διάσταση στην ιστορία.
Πέρα από την προφανή θεματική της πατριαρχίας, το βιβλίο μπορεί να διαβαστεί και ως μια ιστορία για την ψυχική ασθένεια, την κοινωνική πίεση και τον τρόπο που η οικογένεια και το ευρύτερο περιβάλλον αντιμετωπίζουν εκείνους που παρεκκλίνουν από το “φυσιολογικό”. Ο χαρακτήρας της ΓιόνγκΧιε είναι κάποια που απλά δεν αντέχει άλλο να συμβαδίζει με τους κανόνες της κοινωνίας και βρίσκει τη μόνη διέξοδο σε μια ακραία μορφή αντίστασης: την αποχή από το φαγητό, από το σώμα της, από την ίδια τη ζωή.
Τελικά, ίσως το πιο δυνατό στοιχείο του βιβλίου να είναι η συνειδητοποίηση ότι η κοινωνία που περιγράφει δεν απέχει και τόσο από τη δική μας. Οι σύγχρονες κοινωνίες, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, συνεχίζουν να αναπαράγουν τις ίδιες καταπιεστικές δομές, τα ίδια στερεότυπα, τις ίδιες απαιτήσεις από τις γυναίκες. Η ΓιόνγκΧιε μπορεί να είναι ένας λογοτεχνικός χαρακτήρας, αλλά η ιστορία της έχει πολλές αντιστοιχίες με την πραγματικότητα.