Θέατρο

Περιμένοντας τον Γκοντό – Κριτική θεάτρου

Loading

Το Περιμένοντας τον Γκοντό του Σάμιουελ Μπέκετ είναι ένα από τα πιο σημαντικά έργα του θεάτρου του παραλόγου. Δύο άντρες, ο Βλαντιμίρ και ο Εστραγκόν, περιμένουν σε έναν ακαθόριστο τόπο κάποιον Γκοντό, έναν αόρατο και απροσδιόριστο χαρακτήρα που δεν εμφανίζεται ποτέ. Κατά τη διάρκεια της αναμονής τους, συνομιλούν, αστειεύονται, φιλοσοφούν και διαφωνούν, προσπαθώντας να γεμίσουν το κενό του χρόνου. Στην πορεία, συναντούν τον Πότσο, έναν δεσποτικό άντρα, και τον υπηρέτη του, τον υποταγμένο Λάκυ, μέσα από τους οποίους αναδεικνύονται ζητήματα εξουσίας και κοινωνικών ρόλων. Παρόλο που η μέρα μοιάζει να επαναλαμβάνεται, τίποτα δεν είναι ποτέ ακριβώς το ίδιο.

Η ΔΙΚΗ ΜΟΥ ΜΑΤΙΑ

Από την αρχή, η ατμόσφαιρα της παράστασης με συνεπήρε. Το σκηνικό λιτό, αλλά επιβλητικό, δημιουργούσε αυτήν την ασαφή αίσθηση του χωροχρόνου που απαιτεί το έργο. Ένα δέντρο στη μέση της σκηνής, μοναδικό σημάδι του χρόνου που κυλά, καθώς αλλάζει ελαφρώς ανάλογα με τις εποχές, υπενθυμίζοντας μας πως ο χρόνος υπάρχει. Η απουσία ενός συγκεκριμένου τόπου και χρόνου ενίσχυε το αίσθημα της αναμονής που δεν έχει αρχή και τέλος. Δεν έχει σημασία ποια μέρα είναι, τι χρονιά, αν οι ήρωες είναι νέοι ή γέροι. Το μόνο που έχει σημασία είναι η προσμονή.

Παρά το γεγονός ότι το έργο είναι “στατικό”, η σκηνοθεσία κατάφερε να του δώσει μια έντονη ζωντάνια. Οι ηθοποιοί αξιοποίησαν κάθε λεπτομέρεια του σώματος και της φωνής τους για να αποδώσουν τους χαρακτήρες, την αγωνία της αναμονής, τη μελαγχολία αλλά και το χιούμορ που υπάρχει μέσα στο κείμενο.

Επίσης, ήταν ενδιαφέρον το πώς οι κινήσεις, αν και φαινομενικά απλές, έδιναν μεγαλύτερο βάθος στις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των χαρακτήρων και τις οποίες επιμελήθηκε ο Χρήστος Στρινόπουλος.

Παραδοσιακά, οι ρόλοι του Βλαντιμίρ και του Εστραγκόν ερμηνεύονται από ηθοποιούς μεγαλύτερης ηλικίας, υποδηλώνοντας τη φθορά του χρόνου, την απογοήτευση, την παραίτηση από τη ζωή. Στη συγκεκριμένη παράσταση, όμως, οι ερμηνευτές ήταν νεότεροι, και αυτό έδωσε μια φρέσκια διάσταση στο έργο. Αντί για κουρασμένους άντρες που έχουν χάσει κάθε ελπίδα, οι ήρωες παρουσιάστηκαν σαν άνθρωποι που ακόμη αναζητούν κάτι, που έχουν ακόμη προσδοκίες. Αυτή η επιλογή έκανε την αναμονή τους να μοιάζει λιγότερο μοιραία και περισσότερο ως εσωτερική πάλη – ίσως μια μάχη ενάντια στην ίδια τους την παθητικότητα.

Το κείμενο του Μπέκετ όσο απλό είναι στην πλοκή άλλο τόσο είναι βαθύ στα νοήματά του. Ο Βλαντιμίρ και ο Εστραγκόν περιμένουν κάποιον Γκοντό, που δεν εμφανίζεται ποτέ. Μαζί τους παγιδευόμαστε στον χρόνο, όπου τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει, κι όμως, τίποτα δεν επαναλαμβάνεται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο. Το ερώτημα που αναδύεται είναι: Ζούμε πραγματικά τη ζωή μας ή την αναβάλλουμε συνεχώς, περιμένοντας κάτι ή κάποιον που ποτέ δεν έρχεται;

Η παράσταση ανέδειξε έντονα αυτόν τον υπαρξιακό προβληματισμό, χωρίς να προσπαθήσει να δώσει απαντήσεις. Η σκηνοθετική προσέγγιση άφησε χώρο στο να σκεφτούμε, να βυθιστούμε στον χωροχρόνο των ηρώων, να αναρωτηθούμε αν και εμείς οι ίδιοι ζούμε με την ψευδαίσθηση ότι η ζωή μας θα ξεκινήσει “αύριο”, όταν θα συμβεί κάτι που περιμένουμε.

Εκτός από την υπαρξιακή του διάσταση, το Περιμένοντας τον Γκοντό θίγει και ζητήματα κοινωνικής ανισότητας και εξουσίας, κυρίως μέσα από τους χαρακτήρες του Πότσο και του Λάκυ. Ο Πότσο, το αφεντικό, φέρεται με αυταρχικότητα, ενώ ο Λάκυ είναι ένας άνθρωπος υποταγμένος, δεμένος με σχοινί από τον λαιμό, που δεν μπορεί ούτε να μιλήσει αν δεν του δοθεί η άδεια.

Η πρώτη τους εμφάνιση στην παράσταση προκαλεί αμηχανία και οίκτο. Η δεύτερη, όμως, είναι αποκαλυπτική: ο Πότσο έχει πλέον τυφλωθεί, ενώ ο Λάκυ έχει χάσει σχεδόν κάθε ίχνος ανθρώπινης υπόστασης. Μέσα από αυτό το δίδυμο θίγονται θέματα που αφορούν την εξουσία, την εκμετάλλευση αλλά και την ανάγκη του ανθρώπου για κάποιον που θα του δίνει εντολές, ώστε να μην χρειάζεται να παίρνει πρωτοβουλίες.

Ένα ακόμη στοιχείο που ξεχώρισα είναι οι πολλές διακειμενικές αναφορές. Το έργο έχει πολλές αναφορές στη Βίβλο, στην αρχαία τραγωδία, ακόμα και στον Σαίξπηρ.

Συνολικά, η παράσταση με κέρδισε. Η σκηνοθεσία κατάφερε να αποδώσει ένα δύσκολο και απαιτητικό έργο. Οι πολύ καλές ερμηνείες έδωσαν ζωντάνια στο κείμενο, ενώ το σκηνικό και τα κοστούμια συμπλήρωσαν ιδανικά τη μινιμαλιστική αισθητική του έργου.

Το Περιμένοντας τον Γκοντό είναι από τα έργα που δημιουργούν περισσότερες ερωτήσεις παρά απαντήσεις. Τελικά, όμως, ίσως αυτό να είναι το μεγαλύτερο στοίχημα του θεάτρου: να μας κάνει να σκεφτούμε, να νιώσουμε, να βυθιστούμε σε ένα σύμπαν που μοιάζει τόσο μακρινό, αλλά ταυτόχρονα τόσο κοντά στη δική μας πραγματικότητα.

Πληροφορίες παράστασης

Θέατρο Πόρτα

Μετάφραση: Αλεξάνδρα Παπαθανασοπούλου
Σκηνοθεσία: Θωμάς Μοσχόπουλος
Δραματουργία: Δηώ Καγγελάρη

Σύμβουλος προσωδίας: Κορνήλιος Σελαμσής
Σκηνικά-κοστούμια- video teaser: Βασίλης Παπατσαρούχας
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Επιμέλεια κίνησης: Χρήστος Στρινόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Στέλιος Θεοδώρου

Β’ βοηθός σκηνοθέτη: Σταύρος Μπαρμπουνάκης

Γραφιστική επιμέλεια: Χ. Κοροβέση, Μ. Γαμπιεράκης (Mavra Gidia)

Βλαδίμηρος – Πάνος Παπαδόπουλος

Εστραγκόν – Τάσος Ροδοβίτης

Πότζο – Γιάννης Σαμψαλάκης

Λάκυ – Γιάννης Βαρβαρέσος

Αγόρι – Πέτρος Δημοτάκης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *